μια σκέψη

Στην αγγειογραφία του Αμάσεως απεικονίζεται η διαδικασία του τρύγου και της οινοποίησης.
Διαφέρει σε κάτι από τις αντίστοιχες σημερινές εργασίες ;



Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013


ΝΕΜΕΑ

Ιστορικό οινοπέδιο


Η  κληρονομιά  του  οίνου  της  Νεμέας

Η Σταυρούλα Κουράκου με το νέο της βιβλίο αποσκοπεί στο να γνωρίσει το κοινό το κρασί που παράγεται από το Αγιωργίτικο

Του Δημήτρη Σταύρακα
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΚΟΥΡΑΚΟΥ- ΔΡΑΓΩΝΑ
Νεμέα, ιστορικό οινοπέδιο
Εκδόσεις του Φοίνικα
Πανόδετο, σελ. 180, Αθήνα 2012

Η γλαφυρή πένα της Σταυρούλας Κουράκου είναι γνωστή στους αναγνώστες της «Κ» γιατί την περίοδο 1996-2001 δημοσίευε στα κυριακάτικα φύλλα της εφημερίδας ποικίλα θέματα σχετικά με το αμπέλι και το κρασί, το οποίο παρουσίαζε όχι τόσο ως εμπορικό προϊόν όσο ως πολιτισμικό αγαθό. Έτσι οι αναγνώστες -ακόμη και οι μη οινόφιλοι- έβρισκαν στη «στήλη του κρασιού» πνευματική ευφροσύνη.
Ορισμένα από αυτά τα θέματα εκδόθηκαν στη συνέχεια σε δύο βιβλία: ένα το 1998 σε τέσσερις γλώσσες και ένα δεύτερο το 2000 στα ελληνικά. Ανάρπαστα, τα βιβλία αυτά έχουν από χρόνια εξαντληθεί. Μόνο στα Πρακτικά επιστημονικών συμποσίων -ελληνικών και διεθνών- δημοσιεύονται πια δικά της κείμενα σχετικά με την ιστορία του ελληνικού κρασιού.
Ως εκ τούτου αποτέλεσε ευχάριστη έκπληξη η είδηση κυκλοφορίας ενός νέου βιβλίου της και μάλιστα σε ελληνική και αγγλική έκδοση. Γραμμένο με το ίδιο πνεύμα, όπως τα κείμενα που δημοσίευε στα κυριακάτικα φύλλα της «Κ», το βιβλίο αποτελείται από αυτοτελή αφηγηματικά κείμενα ιστορικού, μυθολογικού, λαογραφικού, περιηγητικού και αμπελοοινικού ενδιαφέροντος, εμπνευσμένα από τη μακραίωνη ιστορία της «οινικής πρωτεύουσας» της Πελοποννήσου, της Νεμέας.
Από τα κείμενα αυτά προκύπτει ότι η περιοχή είναι ένα ιστορικό «οινοπέδιο», ένα πεδίο που παράγει αδιάλειπτα ονομαστό οίνο από την αρχαιότητα και τους βυζαντινούς χρόνους μέχρι σήμερα, αδιάφορο εάν Φράγκοι, Οθωμανοί ή Βενετοί κατείχαν στους μέσους χρόνους τον τόπο. Στα ομηρικά έπη βρίσκουμε την περιοχή με το όνομα Αραιθυρέα και τον χαρακτηρισμό «ερατεινή» (θελκτική)· στους ιστορικούς χρόνους φέρει το όνομα Φλ(ε)ιασία και παράγει τον ονομαστό Φλιάσιον οίνον από την Φλιασίαν άμπελον· στους μέσους χρόνους παίρνει το όνομα Άγιος Γεώργιος, οπότε και η Φλιασία άμπελος μεταβαπτίζεται σε Αγιωργίτικο σταφύλι, όνομα με το οποίο καλλιεργείται μέχρι και σήμερα στα οινοπέδια της Νεμέας, όπως ονομάζεται επίσημα η περιοχή από το 1923.

Οι νέες χώρες

Η Σ. Κ. δεν επανήλθε στον χώρο του εμπορικού βιβλίου από «χόμπι». Με μεγάλη εμπειρία του διεθνούς αμπελοοινικού γίγνεσθαι ως επίτιμος πρόεδρος του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου, γνωρίζει πολύ καλά τις αρνητικές επιπτώσεις που είχε η παγκοσμιοποίηση για τους οίνους των «παραδοσιακών» αμπελουργικών χωρών που ήταν γνωστοί με το γεωγραφικό όνομα της περιοχής καταγωγής τους, τους οίνους «Ονομασίας Προέλευσης». Συγκεκριμένα, οι «νέες» αμπελουργικές χώρες που δεν είχαν αμπελουργική παράδοση (Αυστραλία, Καλιφόρνια, Νότια Αφρική κ.ά.), επωφελήθηκαν από τον πλούτο των γνώσεων που είχε αποκτηθεί στη διάρκεια αιώνων στις παραδοσιακές χώρες, προμηθεύτηκαν μοσχεύματα ποικιλιών από τις περιοχές των πιο φημισμένων για τους οίνους τους περιοχών της Ευρώπης και δημιούργησαν μεγάλες αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις λόγω διαθεσίμων εκτάσεων.
Έτσι γεννήθηκαν οι «Ποικιλιακοί Οίνοι», στην ετικέτα των οποίων δεν αναγράφεται γεωγραφική περιοχή, αλλά μόνο το όνομα της ποικιλίας αμπέλου και το εμπορικό σήμα. Ως φυσικό επακόλουθο, ο παράγοντας «οικοσύστημα» της αμπελουργικής περιοχής που διαμορφώνει το ποιοτικό οινικό δυναμικό των σταφυλιών μιας «ευγενούς» ποικιλίας αμπέλου, αγνοείται στην περίπτωση αυτών των οίνων. Η χαμηλή τιμή τους επιτυγχάνεται με μεγάλες στρεμματικές αποδόσεις, εκμηχάνιση της καλλιέργειας και μηχανικό τρυγητό.
Αυτή η οινική πολιτική που οδήγησε στην ισοπέδωση των γευστικών και οσφραντικών χαρακτήρων των οίνων από ολιγάριθμες διεθνοποιημένες ποικιλίες αμπέλου, κούρασε τις διεθνείς αγορές και προκάλεσε την αντίδραση ιδιαίτερα των μυημένων καταναλωτών, οι οποίοι αρέσκονται να απολαμβάνουν τους χαρακτήρες κάθε αυθεντικού οίνου, όπως αυτοί διαμορφώνονται από το οικοσύστημα της αμπελουργικής περιοχής καταγωγής του και την οινοποιητική τεχνική που εφαρμόζεται στα οινοποιεία της.

Το ελληνικό πλεονέκτημα

Στην Ελλάδα καλλιεργούνται πολλές γηγενείς ποικιλίες αμπέλου, ορισμένες προσαρμοσμένες από αιώνες σε μία και μόνο γεωγραφική περιοχή. Η ιδιαιτερότητα των χαρακτήρων των οίνων από αυτές τις σπάνιες ελληνικές ποικιλίες εντυπωσιάζει τους ξένους γευσιγνώστες, με συνέπεια οι ελληνικοί οίνοι να συγκεντρώνουν, τα τελευταία χρόνια, υψηλές βαθμολογίες στους διεθνείς διαγωνισμούς και στα δημοσιεύματα μεγάλης φήμης οινοκριτικών.
Εξάλλου το ιστορικό και πολιτισμικό πλαίσιο των περιοχών στις οποίες οι ποικιλίες αυτές έχουν από αιώνων επιβιώσει, συγκινούν ιδιαίτερα τους καταναλωτές χωρών με μακραίωνη πολιτισμική κληρονομιά, όπως η Κίνα, καθώς και μορφωμένους πολίτες ευρωπαϊκών και άλλων χωρών, εξοικειωμένων με την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας μας, οσάκις τους παρέχεται, βέβαια, τεκμηριωμένη και υπεύθυνη πληροφόρηση. Τέλος, ο μικρός κλήρος ακόμη και των μεγαλύτερων ελληνικών αμπελουργικών εκμεταλλεύσεων, δεν συμβάλλει στη μαζική παραγωγή οίνων από διεθνοποιημένες ποικιλίες αμπέλου σε τιμές ανταγωνιστικές προς εκείνες των «νέων» χωρών.
Η συνεκτίμηση αυτών των παραγόντων είχε ως επακόλουθο αφενός όλοι οι ξένοι εμπειρογνώμονες, καθώς και παράγοντες της Commission, να συνιστούν στους Ελληνες οινοποιούς να επιδιώξουν την αξιοποίηση των γηγενών ποικιλιών αμπέλου -άποψη που υποστηρίζει από χρόνια η Σ. Κ.- και αφετέρου να σημειωθεί μια θεαματική στροφή του ελληνικού παραγωγικού κόσμου προς τις εκλεκτότερες γηγενείς ποικιλίες αμπέλου και ιδιαίτερα σε εκείνες που καλλιεργούνται στις ζώνες παραγωγής οίνων «Προστατευομένης Ονομασίας Προέλευσης» (ΠΟΠ).
Αυτή ακριβώς τη χρονική περίοδο η Σ. Κ., που με δική της εισήγηση αναγνωρίστηκαν νομοθετικά οι περισσότερες γεωγραφικές επωνυμίες καταγωγής και γεννήθηκαν οι πρώτοι ελληνικοί οίνοι «Ονομασίας Προέλευσης», τους οποίους υποστήριξε -και εξακολουθεί να υποστηρίζει- με πολλές δημοσιεύσεις στον ελληνικό και ξένο Τύπο, με ανακοινώσεις σε συνέδρια και διεθνή fora, αλλά και με αυτοτελείς εκδόσεις, έκρινε ότι έπρεπε να προσφέρει ακόμη μια υπηρεσία στον αμπελοοινικό τομέα της χώρας με ένα βιβλίο, με το οποίο αποσκοπεί να γνωρίσει στους Ελληνες αναγνώστες και στις διεθνείς αγορές την πολιτισμική κληρονομιά ενός από τα ευγενέστερα προϊόντα της γεωργικής μας οικονομίας, του ερυθρού οίνου ΠΟΠ Νεμέα, που παράγεται υπό νομοθετικά καθορισμένες συνθήκες από τη γηγενή ποικιλία Αγιωργίτικο.
Την πλούσια εικονογραφημένη έκδοση σχεδίασε και επιμελήθηκε ο Μπάμπης Λέγγας των «Εκδόσεων του Φοίνικα», στον οποίο οφείλονται θερμά συγχαρητήρια γιατί τόλμησε να εκδώσει σε χρόνια ισχνών αγελάδων, ένα πολιτισμικό βιβλίο με συγκεκριμένο οικονομικής φύσεως στόχο: τις εξαγωγές. Η μετάφραση της αγγλικής έκδοσης: Nemea, an Historical Wineland, έγινε από την Αλεξάνδρα Ντούμα.
* Ο κ. Δημήτριος Σταύρακας είναι ομότιμος καθηγητής Αμπελουργίας της Γεωπονικής Σχολής του ΑΠΘ.

ΠΗΓΗ : Εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 30 Δεκεμβρίου 2012





Κείμενο από το οπισθόφυλλο

Το βιβλίο αποτελείται από αυτοτελή αφηγηματικά κείμενα ιστορικού, μυθολογικού, λαογραφικού και αμπελοοινικού ενδιαφέροντος, εμπνευσμένα από τη μακραίωνη ιστορία της «οινικής πρωτεύουσας» της Πελοποννήσου, της περιοχής της Νεμέας.
        Από τα κείμενα αυτά προκύπτει ότι η περιοχή είναι ένα ιστορικό «οινοπέδιο», ένα πεδίο που παράγει αδιάλειπτα ονομαστό οίνο από την αρχαιότητα και τους βυζαντινούς χρόνους μέχρι σήμερα, αδιάφορο εάν Φράγκοι, Οθωμανοί ή Βενετοί κατείχαν στους μέσους χρόνους τον τόπο.
        Στα Ομηρικά έπη βρίσκουμε την περιοχή με το όνομα Αραιθυρέα και τον χαρακτηρισμό ρατεινή (θελκτική)· στους ιστορικούς χρόνους φέρει το όνομα Φλ(ε)ιασία και παράγει τον ονομαστό Φλιάσιον οίνον από την Φλιασίαν άμπελον· στους μέσους χρόνους παίρνει το όνομα Άγιος Γεώργιος, οπότε και η Φλιασία άμπελος μεταβαπτίζεται σε Αγιωργίτικο σταφύλι, όνομα με το οποίο καλλιεργείται και σήμερα στα οινοπέδια της Νεμέας, όπως ονομάζεται επίσημα η περιοχή από το 1923.
        Χάρη στο ποιοτικό οινικό δυναμικό της ποικιλίας Αγιωργίτικο, τις εδαφοκλιματικές συνθήκες της περιοχής και την πολιτισμική κληρονομιά της, το τοπωνύμιο Νεμέα αναγνωρίστηκε το 1971 ως «Ονομασία Προελεύσεως» για ερυθρούς ξηρούς οίνους που παράγονται από τη γηγενή ποικιλία αμπέλου Αγιωργίτικο, προσαρμοσμένη εδώ και αιώνες στα οινοπέδια 17 κοινοτήτων που αποτελούν τη ζώνη παραγωγής οίνων «Προστατευομένη Ονομασία Προέλευσης» ΝΕΜΕΑ.
        Στο καταπράσινο από αμπέλια τοπίο της σύγχρονης Νεμέας προβάλλουν οι εννέα κίονες του περίλαμπρου άλλοτε Ναού του Νεμείου Διός της Αρχαίας Νεμέας, προς τιμήν του οποίου τελούνταν τα Νέμεα, ένας από τους τέσσερις Πανελλήνιους αθλητικούς αγώνες. Αρχαιολογικός χώρος (Ιερό άλσος, Στάδιο, Μουσείο) και σύγχρονα οινοπέδια, οι δύο πυλώνες ιστορικής και οικονομικής στήριξης της περιοχής, στα υπερσύγχρονα οινοποιεία της οποίας παράγεται ένα από τα ευγενέστερα προϊόντα της γεωργικής μας οικονομίας.



Βιογραφικό της συγγραφέως

Η Σταυρούλα Κουράκου-Δραγώνα γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928. Διδάκτορας της χημικής επιστήμης με σπουδές οινολογίας στη Γαλλία, διηύθυνε επί εικοσαετία (1964-1984) το Ινστιτούτο Οίνου, ίδρυμα έρευνας του τότε Υπουργείου Γεωργίας, στο οποίο εργαζόταν ως ερευνήτρια από το 1953.
        Ως προϊσταμένη του Ιδρύματος εισηγήθηκε το 1964 τη νομοθετική καθιέρωση και προστασία των οίνων ελληνικών περιοχών που θα μπορούσαν να αποτελέσουν την κατηγορία των οίνων με γεωγραφική επωνυμία καταγωγής, των οίνων «Ονομασίας Προελεύσεως». Η κάθε υποψήφια αμπελουργική περιοχή θα έπρεπε να πληροί ορισμένες ποιοτικές προϋποθέσεις, η δε οινική της παράδοση να τεκμηριώνεται από γραπτές ιστορικές πηγές.
        Έτσι άρχισε ένα ερευνητικό πρόγραμμα του Ιδρύματος που κάλυψε όλη την Ελλάδα, με συνέπεια να αναδειχθούν ξεχασμένες γηγενείς ποικιλίες αμπέλου και να επεκταθεί η αμπελοκαλλιέργεια σε περιοχές που φημίζονταν για την ποιότητα των κρασιών τους ήδη από παλαιότερους αιώνες, είχαν όμως εγκαταλειφθεί είτε λόγω των ιστορικών περιπετειών της χώρας είτε λόγω καταστροφής των αμπελώνων από τη φυλλοξήρα. Η ίδια επισκέφθηκε κάθε αμπελουργική γωνιά της ελληνικής γης, μίλησε με αμπελουργούς νέων και παλαιότερων γενιών, συγκέντρωσε και κατέγραψε παραδόσεις, λαογραφικά και ιστορικά στοιχεία, και κρατάει μέχρι σήμερα στενές σχέσεις με τον παραγωγικό κόσμο. Απέκτησε δίκαια το προσωνύμιο «Η Κυρά των Αμπελιών».
        Τη δεκαετία του 1970, με δική της εισήγηση, αναγνωρίζονται νομοθετικά οι πρώτες γεωγραφικές επωνυμίες καταγωγής και κάνουν την εμφάνισή τους στην αγορά οι πρώτοι ελληνικοί οίνοι «Ονομασίας Προελεύσεως», τους οποίους υποστήριξε –και εξακολουθεί να υποστηρίζει– με πολλές δημοσιεύσεις στον ελληνικό και ξένο Τύπο, με ανακοινώσεις σε Συνέδρια και διεθνή fora, αλλά και με αυτοτελείς εκδόσεις, όπως το βιβλίο που κρατάει ο αναγνώστης στα χέρια του.

        Χάρη στο διεθνές της κύρος (ομόφωνα εκλεγμένη πρόεδρος [1979-1982] του O.I.V., διεθνούς διακυβερνητικού Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου με έδρα το Παρίσι, μέλος της Ακαδημίας Αμπέλου και Οίνου της Ιταλίας, αντεπιστέλλον μέλος της Γεωργικής Ακαδημίας της Γαλλίας, επανειλημμένα πρόεδρος Επιτροπών της Ε.Ο.Κ., παρασημοφορημένη από τη Γαλλία και την Ισπανία, κ.ά.), αλλά και την εκτίμηση των νεότερων και εν ενεργεία συναδέλφων της, πέτυχε την αναγνώριση και προστασία ελληνικών ιστορικών «Ονομασιών Προελεύσεως» ακόμη και το 2011, όταν είχε πια από χρόνια συνταξιοδοτηθεί. Υπήρξε ένας οραματιστής δημόσιος υπάλληλος, τεχνοκράτης, που είχε τη δύναμη να κάνει το όραμα πράξη.




Ένα αντιπροσωπευτικό απόσπασμα του βιβλίου.................


Η θελκτική Αραιθυρέα και η Φλιασία χώρα




Ο δήμος Νεμέας περιλαμβάνει σήμερα τρία λεκανοπέδια: το μικρό της Αρχαίας Νεμέας, όπου βρίσκονται τα ερείπια του ναού του Νεμείου Διός, το λεκανοπέδιο των Αρχαίων Κλεωνών και το λεκανοπέδιο της σύγχρονης Νεμέας –τη Φλιασία χώρα της αρχαιότητας–, που είναι το μεγαλύτερο οροπέδιο της Κορινθιακής ενδοχώρας.
        Η πρώτη γραπτή αναφορά για τη Φλιασία χώρα βρίσκεται στην ομηρική Ιλιάδα. Η περιοχή αναφέρεται, μάλιστα, εκεί όπου δεν την περιμένουμε, στον περίφημο «Κατάλογο των πλοίων»· ο Ποιητής επικαλείται τις Μούσες που κατοικούν τα λύμπια δώματα, να του πουν ποιοι ήταν οι αρχηγοί των Δαναών που είχαν έρθει με τα πλοία τους στην Τροία. Και δεν την περιμένουμε, γιατί η Φλιασία ήταν περίκλειστη από γύγια ρη, όπως χαρακτηρίζει ο Πίνδαρος τα προαιώνια (γύγια) ψηλά βουνά της,1 και αλίμενη· επομένως χωρίς πλοία. Από την αρίθμηση αυτή μαθαίνουμε ότι στην Τροία είχαν πάει με τα πλοία του Αγαμέμνονα και άνδρες από τις καλοχτισμένες Κλεωνές και την ρατεινή ραιθυρέα.2 Ποια ήταν όμως η ρατεινή –η θελκτική– Αραιθυρέα;
        Ο Παυσανίας, ο θεοσεβής περιηγητής του 2ου μεταχριστιανικού αιώνα, έχει διασώσει τον μύθο της Φλιασίας: Πρώτος άνθρωπος στη χώρα, αυτόχθων, λένε πως ήταν ο Άρας, ο οποίος ίδρυσε πόλη σε έναν λόφο που βρίσκεται κοντά στον λόφο στον οποίο είναι η ακρόπολη των Φλιασίων. Από το όνομά του, η πόλη και η χώρα ονομάστηκαν στην αρχαιότητα Αραντία. Γιος του Άραντα ήταν ο Άορις και κόρη η Αραιθυρέα, που επειδή πέθανε πρώτη, ο αδελφός της μετονόμασε προς τιμήν της τη χώρα σε Αραιθυρέα. Ξέρω, γράφει ο Παυσανίας, πως ο Φλίας, ο οποίος έδωσε στη χώρα το τρίτο της όνομα, ονομάζεται γιος του Διονύσου. Μητέρα του Φλίαντα ήταν η Αραιθυρέα.3
        Όμως ο Στράβων, ο μεγάλος Έλληνας γεωγράφος του 1ου αιώνα π.Χ., ο οποίος είχε μεγάλη απέχθεια προς τα μυθεύματα, γράφει δύο ολόκληρους αιώνες πριν από τον Παυσανία: Η Αραιθυρέα είναι η σημερινή Φλιασία, υπήρχε δε ομώνυμη πόλη (Αραιθυρέα) κοντά στο βουνό Κηλώσσα –το σημερινό Μεγαλοβούνι–, που οι κάτοικοί της έφυγαν και έκτισαν μία άλλη σε απόσταση τριάντα σταδίων (περίπου 5,5 χλμ.), την οποία ονόμασαν Φλιούντα.4
        Εξάλλου, κατά τον 3ο αιώνα π.Χ. γράφτηκαν τα Αργοναυτικά από τον Απολλώνιο τον Ρόδιο. Στο επικό αυτό ποίημα της αλεξανδρινής εποχής προστέθηκαν στους Αργοναύτες, που είναι γνωστοί από παλαιότερα έργα, ήρωες τοπικών παραδόσεων και μεταξύ αυτών ο Φλ(ε)ίας: «Μετά ήρθε από την Αραιθυρέα, όπου κατοικούσε κοντά στις πηγές του Ασωπού, ο Φλίας, πλούσιος χάρη στον πατέρα του Διόνυσο».5 Η όψιμη «αργοναυτοποίηση» του Φλία οφείλεται αφενός στο εγνωσμένο ενδιαφέρον της αλεξανδρινής γραμματείας για τις τοπικές παραδόσεις και αφετέρου στην ανάδειξη του Διονύσου κατά τους ελληνιστικούς χρόνους σε κυρίαρχο θεό του ελληνικού πανθέου.
        Η πόλη Φλιούς ήταν πράγματι πλούσια, δεδομένου ότι κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα ήταν ετυκος (καλοχτισμένη), όπως τη χαρακτηρίζει ο ποιητής Βακχυλίδης.6 Εάν συνδυάσουμε τον μύθο που διέσωσαν ο Απολλώνιος και ο Παυσανίας με όσα γράφει ο Στράβων, προκύπτει ότι η πόλη Φλιούς, που «γεννήθηκε» όταν οι κάτοικοι εγκατέλειψαν τον οικισμό της Αραιθυρέας γιατί είχαν πλουτίσει και αποφάσισαν να χτίσουν πόλη, ήταν ετυκος χάρη στον πλούτο που είχε συσσωρευθεί από τον οίνο της περιοχής, δώρο του Διονύσου στον γιο που απέκτησε από την ρατεινή Αραιθυρέα, δηλαδή δώρο στην πόλη-κράτος Φλιούς που «γεννήθηκε» από τον οικισμό της Αραιθυρέας. Ο μύθος «παίζει» με τα ονόματα ενός οικισμού και μιας πόλης-κράτους.
       
Η πόλη έκοψε νομίσματα με την επιγραφή Φλειασίων ή μόνον Φ, συχνά μέσα σε στεφάνι κισσού, ιερό φυτό του Διονύσου. Σε ορισμένα μάλιστα νομίσματα απεικονίζονται σταφύλια και άλλα σύμβολα του θεού, αδιάψευστη μαρτυρία ότι ο πλούτος του Φλιούντα οφειλόταν στα αμπέλια. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι οι Φλιάσιοι, ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων αμπελουργικών περιοχών (Αττική, Χίος, Μαρώνεια, κ.ά.), έπλασαν έναν μύθο, έτσι ώστε το αμπέλι που καλλιεργούσαν, και από το οποίο παραγόταν ο Φλιάσιος οίνος, να θεωρείται δώρο του θεού Διονύσου στον γιο του και οικιστή της πόλης τους.

        Δύο είναι οι επικρατέστερες σήμερα εκδοχές ως προς το έτυμο του ονόματος Φλ(ε)ιασία: Κατ’ άλλους προέρχεται από το φυτό φλέως, το οποίο αναφέρεται από τον Θεόφραστο·7 ήταν ένα είδος καλάμου ή ανθούντος σπάρτου. Όμως οι σχολιαστές του φιλοσόφου διαφωνούν σχετικά με το ποιο είναι σήμερα το φυτό που λεγόταν φλέως. Η υπόθεση αυτή αιτιολογείται, προφανώς, από το γεγονός ότι σε ορισμένα μέρη του Φλιασίου πεδίου που διασχίζει ο ποταμός Ασωπός, τα νερά ελίμναζαν. Ακόμη και σήμερα υπάρχει περιοχή της πεδιάδας του δήμου Νεμέας που λέγεται «Βούρλο». Άλλοι πάλι θεωρούν ότι προέρχεται από το ρήμα φλέω. Ησύχιος: φλε· γέμει, εκαρπε, πολυκαρπε.8 Προσωπικά τάσσομαι υπέρ αυτής της άποψης, γιατί εάν κρίνω από τη σημερινή ευφορία της πάλαι ποτέ Φλιασίας χώρας, η γη πρέπει να ήταν και τότε γόνιμη και εύκαρπη, όπως υπαινίσσεται και το γεγονός ότι οι Ορνεαί, πόλη στα όρια της Φλιασίας χώρας κοντά στο σημερινό Λεόντιο της Νεμέας, είχαν ιερό του φαλλοφόρου θεού της βλάστησης Πριάπου, επονομαζομένου και ρνεάτου.9 Αλλά και ο ποιητής Βακχυλίδης εύφορη πεδιάδα ‒εθαλς πέδον‒ αποκαλεί το λεκανοπέδιο της Αρχαίας Νεμέας.10 Και αυτό είναι φυσικό, γιατί από τα βουνά που περιβάλλουν την περιοχή πηγάζουν υδάτινοι όγκοι που γονιμοποιούν τη γη. Ήδη από την αρχαιότητα το Φλιάσιον πεδίον διέσχιζε ο ποταμός Ασωπός,11 το δε λεκανοπέδιο της Νεμέας ο ομώνυμος ποταμός· εκβάλλουν και οι δύο στον Κορινθιακό κόλπο.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου