μια σκέψη

Στην αγγειογραφία του Αμάσεως απεικονίζεται η διαδικασία του τρύγου και της οινοποίησης.
Διαφέρει σε κάτι από τις αντίστοιχες σημερινές εργασίες ;



Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013


Το εννεάμηνο και ο τρύγος

Του Ηλία Αναγνωστάκη

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ…. Άνοιξη και θέρος, λέξεις και εικόνες κουράστηκαν να με υπηρετούν, κι εγώ μαζί τους. Εαρινή λεξιλαγνεία, θερινή διακειμενικότητα, βιωματική ιστοριοδιφία και εκτόνωση… Όλο το καλοκαίρι δε μ’ αφήσανε να ονειρευτώ η βουή και τα ανούσια ακούσματα μιας άοινης γενιάς, μαραμένης: Η αγάπη βλάπτει σοβαρά την υγεία σου…
Στον σεπτεμβριάτικο απολογισμό, στον τρύγο, με κατακλύζει μια απέραντη χαρμολύπη του δαμινού, μηδαμηνού… Τρυγώ το εδραγατεύσασιν τρεις χρόνους οι οφθαλμοί μου κάθε πράγμα στο χρόνο του – και το δωρικό του αφάνταστου, και το λιτό του στερημένου, και ο βυζαντινός κόρος του άμετρου, και ο αστόχαστος λυρισμός, και το παν μέτρον του σοφού. Χρόνω τρυγάς τον βότρυν εκ της αμπέλου, χρόνω τον άσταχυν, το βάλσαμον, το κρίνον η χλόη χρόνω, λέω και εγώ μαζί με τον φιλάμπελο Φιλή μου. Και όμως επιμένω μέσα στα ερημάμπελα: η αγάπη πάντα στέγει, πάντα πιστεύει,πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει, η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.
        Σιωπή… Ο Σεπτέμβρης με το δάχτυλο στα χείλη μού λέει να σιγήσω, καλώντας με ν’ αφουγκραστώ, ν’ αφήσω να ακουστεί η αγαπητική βουή τρυγητών ληνοβατών μέσα στη μέρα που μικραίνει. Κι εγώ παίρνω την τσάντα με καλοξυσμένα τα μολύβια για την πρώτη τάξη και συλλαβίζω πάλι απ’ την αρχή την αλφαβήτα μας…
        Αρχή του χρόνου, του αδηφάγου τρυγητή Κρόνου, αρχή των ρω…. Και, ώ τι έκπληξη, ο Σεπτέμβρης απροσδόκητα μου το υπενθυμίζει! Και πάλι η εννεάμηνη διάρκεια Σεπτέμβρης – Μάης, το εννεάμηνο του ρω. Μέσα στον τρύγο, μέσα στον μήνα των ληνών και των αισθήσεων, ο τρυγητής κρασο-Σεπτέμβρης μού συστήνεται:
        Μη με βλέπετε τώρα δαμινό, δείτε με τον Μάη σε ένα εννεάμηνο. Δείτε με τότε, όταν ο οίνος πίνεται δροσερός μέσα στον καύσωνα κι είναι τα κάματα βαρέα. Πόσους εκεφαλόδεσεν, πόσους ο οίνος έπαιξεν, οι οφθαλμοί το δείχνουν πόσους μέθυσε, και πόσοι παραπίπτουσι και κοιμώνται στου δρόμους.
        Η δύναμη του Σεπτέμβρη-οίνου αναδεικνύεται στον  έ ν α τ ο  μήνα της ινδίκτου, τον Μάη. Μα κι ο ίδιος ο Σεπτέμβρης είναι πια  έ ν α τ ο ς  μήνας, και μόνο κατ’ όνομα έβδομος. Το  ε ν ν ε ά μ η ν ο  της δύναμης και της γέννησης της ζωής στην απόλυτη συμβολική του διαπλοκή. Τρυγώ, πατώ, συνθλίβω, θερίζω, κόβω τον καρπό, όλα τους υποβάλλουν το τέλος και την αρχή ενός άλλου ενιαυτού, με πρώτο μήνα τον Σεπτέμβριο. Τρυγώ, πατώ, δηλωτικά του διονυσιακού θανάτου και έκθλιψης του θείου βότρυος – αλλά και της μετουσίωσης του γλεύκους σε πνεύμα, της μετάβασης σε μιαν άλλη ζωή πνευμάτων. Ληνός πάντα σήμαινε και τάφος. Και το νέκταρ, σύμφωνα με το έτυμόν του, διασχίζει, νικά τον θάνατο (nek=θάνατος, ter= διασχίζω). Η πέραν του ληνού/τάφου ζωή ευχαριστιακά ατελεύτητη, που, ακόμη δαμινή στα μάτια μας, σε ένα εννεάμηνο θα φανερώσει την απόλυτη δύναμή της μέσα στο ηδονικό παράδεισο του Απρίλη-Μάη.
Πρωτάκι σκολιαρούδι, καλά σε δασκαλεύει ο Ίνδικτος…
        Και τέλος, πριν σκολάσω, πρώτη μέρα στο σχολείο, να η εικόνα σου μέσα στο ληνό, στα εννεάμηνά σου (κιόλας εννεάμηνο… χρόνε Κρόνε!). Κάνω σπονδή από το ύστατο γλεύκος του πατητηριού, που μόλις σου χαλάσαμε.  Νέκταρ, νεκύσια προσφορά από τα αμπέλια σου, στον παρά τοις Κρησί Νεκύσιο μήνα, ή στον αμέσως επόμενο, αγαπημένο σου Σεπτέμβρη. Μα, βλέπω ακόμη να πατούνε τα σταφύλια οι ληνοβάτες, που από τα χείλη τους βγαίνουν ρυθμοί μελωδικοί, ξεχύλισμα χαράς από την ευτυχία της ψυχής τους. Κυλά ο μούστος, κι από το αγγείο η ηχώ αντ-ηδονεί γλυκά ως τα αυτιά μας, κι είναι χαρά στα μάτια το χρώμα της πορφύρας. Κι όταν πίνεται, θέλγει τη γεύση και την αφή, την συγγενίδα της, κι έτσι προσφέρει ευχαρίστηση σε όλες τις αισθήσεις, κι εξερεθίζει ξυπνώντας κάθε ηδονή. Πριν από εννιά μήνες, με ηδονή το ‘χες ρουφήξει διαβάζοντάς το, περήφανος για μένα και τους τρυγητές, τα σκολιαρούδια φίλους μου. Δαφνοπάτης, Σταφυλοπάτης…
        Φίλοι μου αγαπημένοι, η αγάπη πάνυ ωφέλιμος, δεν βλάπτει… Διώκετε την αγάπην. Κραταιά ως θάνατος αγάπη Και δίπλα στο υπολήνιο του Σεπτέμβρη το ποτήρι βοά και μας φωνάζει: Υπνώεις, ω ‘ταίρε, το δε σκύφος αυτό βοά σε, έγρεο, τέρπου μοιριδίη μελέτη. Κοιμάσαι, φίλε μου, ξύπνα, έγρεο, φθάνει πια να μελετάς τον θάνατο… Τρύγα την αγάπη.



Εύρηκα τον Σεπτέμβριον του να
Τρυγά απ’ το αμπέλιν
Εκράτειν εις το χέριν του καλα-
Θιν και μαχαίριν
Και εις το άλλο χέριν το χαρτίν
Και ήσαν οι λόγοι τούτοι:
Τρυγώ το εδραγατευσάσιν τρεις
χρόνους οι οφθαλμοί μου,
Και τον καρπόν του τρώγω τον,
Πίνω και το γλυκύν του.
(Λίβιστρος και Ροδάμνη,ος αι.)

Σεπτέμβριος άνδρας και αυτός,
εύμορφος την ειδέαν,
την ηλικίαν μέτριος,ρώμην
σώματος είχεν,
ασκέπαστος γαρ ήτονε, δεμένος
με μανδήλιν,
δια να κρατή τας τρίχας του,
να μην τον εμποδίζουν,
ξυπόλητος, υγιερός, πλυμένοι
του οι πόδες,
κοντόχιτος, κοντόπαλτος, σφικτά
διεζωσμένος
και τον ληνόν επάστρεψεν,
σταφυλάς ρίχνει έσω
και τούτους κατεπάτειεν
με πτύον εν τη χείρα.
Και εις το άλλον του χέριν
το χαρτίν και έγραφαν
τούτοι οι λόγοι:
Ει τις με βλέπει δαμινόν,
τον Μάην ας με ρωτήση,
τότε ένι ο οίνος δροσερός,
τα κάματα βαρέα.
Πόσους εκεφαλόδεσεν,
οιμώνται εις κραββάτιν,
πόσους ο οίνος έπαιξεν,
οι οφθαλμοί το δείχνουν,
και πόσοι παραπίπτουσι,
κοιμώνται εις τας ρύμνας.
(Τα ειδέα των δώδεκα μηνών, 15ος αι.)


ΠΗΓΗ: Εφημερίδα H KAΘHMEPIΝH, ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ, Kυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2001.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου