μια σκέψη

Στην αγγειογραφία του Αμάσεως απεικονίζεται η διαδικασία του τρύγου και της οινοποίησης.
Διαφέρει σε κάτι από τις αντίστοιχες σημερινές εργασίες ;



Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012


Αμπελοοινική ιστορία σε Μακεδονία – Θράκη

Της Σταυρούλας Κουράκου - Δραγώνα


ΣTON KOΣMO του κρασιού, οι παραγωγικές χώρες χωρίζονται σε δύο ομάδες: σ’ αυτές που καλλιέργησαν τ’ αμπέλι σχετικά πρόσφατα, κατά τους τελευταίους ένα - δυο αιώνες και στις παραδοσιακές αμπελουργικές χώρες.
            Για τις χώρες της πρώτης ομάδας, τ’ αμπέλι δεν είναι παρά μια απ τις πολλές καλλιέργειες που δοκιμάζουν στα πλαίσια προγραμματισμένης ανάπτυξης της οικονομίας τους. Όσο για το κρασί, είναι και αυτό ένα απ τα πολλά ποτά, αλκοολούχα και μη, που διεκδικούν μια θέση στις αγορές τους.
Δεν συμβαίνει το ίδιο με τις χώρες της δεύτερης ομάδας. Σ’ αυτές το κρασί είναι μέρος της πολιτιστικής τους κληρονομιάς, είναι δεμένο με την ιστορία και την τέχνη τους, είναι ριζωμένο στα ήθη και στα έθιμα του λαού τους, αποτελεί έκφραση ενός ιδιαίτερου τρόπου ζωής που εξελίχθηκε, αλλά δεν άλλαξε, στο πέρασμα των αιώνων.

Στην αρχαιότητα 
Σ’ αυτό τον κόσμο τον παραδοσιακά αμπελουργικό, η χώρα μας κατέχει δίκαια την πρώτη θέση, όχι τόσο γιατί η παραγωγή κρασιού ανάγεται στην εποχή του χαλκού, όπως μαρτυρούν τα αρχαία ευρήματα, αλλά γιατί ο οίνος τιμήθηκε στον τόπο μας σαν μια θεότητα ζωντανή, έξυπνη, γεμάτη ανθρωπιά. Τη ζωντάνεψαν σε ομορφοσμιλεμένα  αγάλματα, σε αγγεία άφθαστης, την τραγούδησαν και τη λάτρεψαν με το όνομα Διόνυσος.

Όμως οι αρχαίοι Έλληνες λάτρεψαν και τον κερδώο Ερμή γνώριζαν την αξία ενός οινεμπορίου εξαγωγικού, καλά οργανωμένου :

Πέστε μου τώρα Μούσες, που κατοικείτε τα Oλύμπια δώματα,
από τότε που ο Διόνυσος πλέει στον οίνοπα πόντο,
πόσα αγαθά έφερε εδώ για τον άνθρωπο μέσα στα μαύρα πλοία;

Αθηναίος, Δειπνοσοφιστές

O ποιητής αναφέρεται στις ανταλλαγές ελληνικών κρασιών που τα πλοία των Aιγαίων και αργότερα των Ελλήνων κομίζανε στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου. Στην επιστροφή φέρνανε δημητριακά από την Αίγυπτο και τις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας, χαλκό από τη Συρία και την Κύπρο, κασσίτερο και ασήμι από τη Σαρδηνία και την Ισπανία, χρυσό από την Αίγυπτο και τη Nουβία. Το ήλεκτρο ερχόταν μαζί με άλλα είδη, απ τις χώρες της Βαλτικής και το ελεφαντόδοντο, εμπόρευμα πολύτιμο στα χρόνια της μινωικής και μυκηναϊκής εποχής, από την Αφρική.

Ισμαρικός οίνος

Και ήταν περιζήτητοι στην αρχαιότητα οι ελληνικοί οίνοι, γνωστοί στις ξένες αγορές συνήθως με τα γεωγραφικά ονόματα της καταγωγής τους. Για να περιοριστούμε στο βορειοελλαδικό χώρο: Από τη Θράκη, που φαίνεται τι υπήρξε η παλαιότερα γνωστή για τους οίνους της, ο πιο φημισμένος ήταν ο Iσμαρικός και αργότερα ο Mαρώνειος και ο Bίβλινος. Από τη Μακεδονία, που είχε τους σπουδαιότερους αμπελότοπούς της στη Χαλκιδική, που είχαν εγκατασταθεί ακμάζουσες ελληνικές αποικίες ήδη από τον 8ο αι. π. X., σώζονται τα γεωγραφικά ονόματα ορισμένων οίνων, πως ο Mενδαίος, ο Aκάνθιος, ο Σκιώνης. Από τα νησιά του βορείου Αιγαίου, οι οίνοι της Λήμνου αποτελούσαν αντικείμενο οινεμπορίου ήδη από την ομηρική εποχή, ενώ ο Θάσιος και ο Λέσβιος ήταν από τους πιο ακριβοπληρωμένους οίνους μεταξύ 5ου και 3ου αι. π. X. H αρχαία ελληνική και λατινική γραμματολογία έχει περισώσει πολύτιμες πληροφορίες για όλα αυτά τα κρασιά.
            Το πόσο είχε γίνει συνείδηση στον αρχαίο κόσμο, ότι οι οίνοι ποιότητας έχουν γεωγραφική καταγωγή ακριβώς όπως και οι άνθρωποι, μαρτυράει το ευφυολόγημα, με το οποίο ο Αριστοτέλης δικαιολόγησε την προτίμησή του για το Θεόφραστο, μαθητή του απ την Ερεσσό της Λέσβου, τον οποίο άφησε διάδοχό του στο Λύκειο, θέση για την οποία έτρεφε ελπίδες και ο Εύδημος από τη Ρόδο : O λέσβιος οίνος ισχυρότερος εστί του ροδίου.
H συνήθεια που είχε επικρατήσει στο τότε οινεμπόριο, συνεχίζεται και σήμερα. Όμως στη σύγχρονη εποχή, ένας οίνος δεν μπορεί να έρθει στην αγορά με το όνομα μιας γεωγραφικής περιοχής παρά μόνο εάν του έχει αναγνωρισθεί νομοθετικά αυτό το δικαίωμα. Το σχετικό νομοθετικό κείμενο καθορίζει τα όρια της γεωγραφικής περιοχής, εντός της οποίας πρέπει να βρίσκονται οι αμπελώνες παραγωγής του οίνου και εντός της οποίας οφείλει να πραγματοποιηθεί η οινοποίηση των σταφυλιών, καθώς και διάφορους όρους αμπελουργικής και οινοτεχνικής φύσεως, έτσι ώστε οι ποιοτικοί χαρακτήρες του κάθε οίνου και τα οργανοληπτικά του γνωρίσματα να οφείλονται σε φυσικούς  και τεχνικούς παράγοντες που επικρατούν στην περιοχή καταγωγής του.

Επωνυμίες
Στο βορειοελλαδικό χώρο έχουν αναγνωρισθεί δεκατέσσερις γεωγραφικές επωνυμίες καταγωγής οίνων, που σύμφωνα με την ισχύουσα ελληνική και E.O.K.ική νομοθεσία αποτελούν δύο σαφώς διαφορετικές ομάδες. Οι γεωγραφικές επωνυμίες της μίας ομάδας είναι συνήθως τοπωνύμια, τα οποία χαρακτηρίζονται με το νομικό όρο «ονομασίες προελεύσεως» (π.χ. Nάουσα, Γουμένισσα, Aμύνταιο, Λήμνος...). Οι γεωγραφικές επωνυμίες της άλλης ομάδας, είναι, όχι σπάνια, επίθετα που προηγούνται ή έπονται της ένδειξης «Tοπικός Oίνος» (π.χ. Mακεδονικός T.O.,Eπανωμίτικος T.O....). Έτσι έρχονται στην αγορά με γεωγραφικές επωνυμίες καταγωγής αφ’ ενός οι «οίνοι ονομασίας προελεύσεως» και αφ’ ετέρου οι «τοπικοί οίνοι», συνεχίζοντας μια πολύ παλιά ελληνική παράδοση, που άρχισε τριάντα περίπου αιώνες πριν η E.O.K. αναγνωρίσει και προστατέψει νομοθετικά τους οίνους με τοπωνυμικές και γεωγραφικές επωνυμίες. O πρώτος ευρωπαϊκός οίνος, που έμεινε γνωστός στο πέρασμα των αιώνων με το γεωγραφικό όνομα της καταγωγής του, είναι αναμφισβήτητα ο Iσμαρικός, με τον οποίο ο Oδυσσέας μέθυσε τον Πολύφημο και έσωσε τους συντρόφους του από τη σπηλιά του Kύκλωπα. Είναι ο πρόδρομος των Κοινοτικών vqprd, όπως καλούνται οι «Οίνοι Ποιότητας που Παράγονται σε Οριοθετημένες Περιοχές», από τα αρχικά των αντίστοιχων γαλλικών λέξεων.
            Οι γεωγραφικές επωνυμίες είναι ενδείξεις κοινόχρηστες. Μπορούν δηλαδή να γραφούν στην ετικέτα των οίνων όλων των οινοποιείων που βρίσκονται μέσα στην οριοθετημένη περιοχή και παράγουν κρασιά σύμφωνα με τις νομοθετημένες προδιαγραφές. Γι’ αυτό όταν ο μυημένος καταναλωτής παραγγέλνει κρασί μιας συγκεκριμένης περιοχής, προσδιορίζει την προτίμησή του με ένα δίδυμο: π.χ. Νάουσα της Mπουτάρη, Νάουσα του Συνεταιρισμού, Νάουσα της Τσάνταλη κ.λ.π.
            Εξάλλου, οι ελληνικοί «οίνοι ονομασίας προελεύσεως» φέρουν υποχρεωτικά πάνω στο πώμα μια ταινία ελέγχου, στην οποία είναι γραμμένα δύο κεφαλαία γράμματα που αντιστοιχούν σε κάθε ονομασία προελεύσεως (π.χ. Γ.Σ. για τη Γουμένισσα, NA για τη Νάουσα κ.λπ.). Ακολουθεί ένας διψήφιος αριθμός που αντιστοιχεί στο χρόνο εμφιάλωσης του κρασιού και ο αύξοντας αριθμός της ταινίας.
            Οι ταινίες αυτές εκδίδονται από το Υπουργείο Γεωργίας με βάση τα βιβλία αποθήκης κάθε οινοποιείου και αποτελούν για τον καταναλωτή εγγύηση της γνησιότητας και αυθεντικότητας του οίνου. Αλλά και για τους υπηρεσιακούς ελεγκτές, αποτελεί ένδειξη τι το οινοποιείο που εμπορεύεται τον οίνο, τήρησε λες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από διάφορες διοικητικής φύσεως διατάξεις.
            H ταινία αυτή με το διπλό της ρόλο, ελέγχου αλλά και παροχής εγγυήσεων για την αυθεντικότητα του οίνου, θυμίζει τα σφραγίσματα στην άργιλο των αμφορέων που, κυρίως από τον 5ο αι. π. X. και μετά, είχαν σχέση με τη εμπορία οίνων, οι οποίοι ήταν εύφημα γνωστοί στις αγορές με το γεωγραφικό όνομα της καταγωγής τους.
            Πράγματι, για την εξαγωγή του Θάσιου οίνου, οι αγγειοπλάστες του νησιού κατασκεύαζαν πολυάριθμους αμφορείς από τοπικό πηλό που έχουν βρεθεί στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου. Αυτοί οι αμφορείς έχουν ένα ορθογώνιο εμπίεστο σφράγισμα, που έγινε στο νωπό πηλό πάνω στη ράχη της λαβής πριν από την όπτηση· στις περισσότερες περιπτώσεις έχει την επιγραφή: Θασίων, που υποδηλώνει τι το κρασί ήταν από τη Θάσο.
            Οι οίνοι με γεωγραφικές επωνυμίες καταγωγής, κυρίως όσοι προέρχονται από μικρές αμπελουργικές ζώνες και εφόσον έχουν, βέβαια οινοποιηθεί σωστά, είναι προικισμένοι με οργανοληπτικούς χαρακτήρες που διαμορφώνουν την ιδιαιτερότητά τους. O μυημένος καταναλωτής που αρέσκεται στους οίνους μιας συγκεκριμένης περιοχής και γι’ αυτό τους ζητάει με το όνομά της, έχει την απαίτηση να βρει αυτούς τους ιδιαίτερους χαρακτήρες, στο περιεχόμενο της φιάλης που αγοράζει.
Διαφορετικά θεωρεί τον οίνο ως μη αυθεντικό.
            Το ίδιο ίσχυε και κατά την αρχαιότητα. Τη μαρτυρία του προσθέτει ένα μοναδικό στο είδος του απόσπασμα από τους «Δειπνοσοφιστές» του Aθήναιου. O καταναλωτής δοκιμάζει τον οίνο της κούπας του και απορημένος, αλλά και ενοχλημένος, τον ρωτάει:
— Για λέγε, απ πού είσαι;
 — Aκάνθιος.
 — Διάβολε, όντας συμπολίτης του καλλίτερου των οίνων είσαι στρυφνός; Πώς έχεις το όνομα της πατρίδας σου και δεν έχεις τους χαρακτήρες των συμπολιτών σου;
 Δεν υπάρχει μαρτυρία πιο αποκαλυπτική, από αυτόν τον απ’ ευθείας διάλογο του καταναλωτή με το κρασί της κούπας του. Έχει γραφτεί πριν από 17 αιώνες.

ΠΗΓΗ : Εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Επτά Ημέρες, Κυριακή 17 Οκτωβρίου 1993,
ΣΑΡΑΝΤΑ ΑΙΩΝΕΣ ΚΡΑΣΙ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου