Φέρ’ οίνον ω παι!
ΦΑNHΣ I. KΑKPIΔHΣ
Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου
Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου
Αντίστοιχα, το κρασί είναι πανταχού παρόν στην αρχαιοελληνική λογοτεχνία: στο έπος, στο δράμα, στο φιλοσοφικό διάλογο, στις διατριβές - φυσικά και στη λυρική ποίηση, όπου του είναι αφιερωμένο κι ένα ιδιαίτερο είδος, τα συμποτικά ή συμποσιακά τραγούδια. Τέτοια τραγούδια έγραψαν κιόλας στ' αρχαϊκά χρόνια, τον 7ο και τον 6ο π.Χ. αιώνα, μεγάλοι ποιητές, σαν τον Αλκαίο από τη Μυτιλήνη, που είπε πως το κρασί είναι φαρμάκων άριστον, και σαν τον Ανακρέοντα από τη μικρασιατική Τέω, που από δικό του στίχο δανειστήκαμε την επικεφαλίδα του άρθρου.
Ωκεανός ολόκληρος το υλικό, απ' όπου εμείς διαλέγουμε να παρουσιάσουμε λίγα χαρακτηριστικά χωρία, ξεκινώντας όπως πάντα από τον Όμηρο, από την Οδύσσεια, όπου ο Οδυσσέας διηγείται στους Φαίακες, πώς ο Μάρωνας στη Θράκη...
…λαγήνες δώδεκα μου γέμισε κρασί γλυκό κι ακράτο,
που να το πίνουν μόνο αθάνατοι στο σπίτι του
κανένας
δούλος ή βάγια του δεν κάτεχε κρασί πως είχε
τέτοιο,
έξω απ' τον ίδιο, τη γυναίκα του και μια κελάρισσά
τους.
(ι 204-7, μετάφρ. Ν. Καζαντζάκη - Ι. Κακριδή)
κλεφτά αποθήκες με κρασί κι αλεύρι
ανοίγουμε με σένα συνεργάτη.
(στ. 14-5, μετάφρ. Θρ. Σταύρου)
Στην ίδια κωμωδία η παρακόρη της Πραξαγόρας εμφανίζεται προς το τέλος μεθυσμένη να πανηγυρίζει, και να παινά το κρασί της Θάσου, πρώτα για το άρωμά του (στ. 1112-4):
Μ' απ' όλα τα μυρωδικά, θαρρώ, κανένα
με το Θασίτικο κρασί δεν παραβγαίνει!
Φέρνει μια ζάλη στο κεφάλι, που βαστάει πολύυυυ…
Μπορεί η ζάλη να είναι στην αρχή ευχάριστη· όμως όσο περνά η ώρα το κρασί βαραίνει όσους το πίνουνε, τους κάνει να κουτουλούν όταν κάθονται, να περπατούν τρικλίζοντας όταν σηκωθούνε - σαν τον Ελπήνορα που οινοβαρείων (κ 555) γκρεμίστηκε από το λιακωτό της Κίρκης και σκοτώθηκε. Πετυχεμένη και στο θέμα αυτό η διατύπωση του Ηράκλειτου, που έγραψε πως όταν μεθύσει ο άντρας, τον οδηγεί μικρό παιδί, κι αυτός σκοντάβει και δεν ξέρει πού πηγαίνει, γιατί έχει υγρή ψυχή (απόσπ. 117 D.-K.).
Από την άλλη μεριά όλοι συμφωνούν πως το κρασί συγγενεύει με την αλήθεια: οίνος, ω φίλε παι, και αλάθεα, τραγουδούσε ο Αλκαίος στα συμποσιακά του (απόσπ. Ζ 43 L.-P.) και δεν εννοούσε μόνο πως από λωλό και μεθυστή μαθαίνεις την αλήθεια, αλλά και πως ο μεθυσμένος φανερώνει τις αληθινές του σκέψεις, καθώς, κατά τον Αισχύλο, είναι ο χαλκός καθρέφτης της μορφής, και το κρασί της σκέψης (απόσπ. 393 R.).
Ειδικά για τη σκέψη των μεθυσμένων, η κυρίαρχη άποψη ότι το κρασί θολώνει το μυαλό δεν μένει χωρίς αντίλογο. Πρώτος ο κωμικός Κρατίνος έγραψε πως νερό όσο πίνεις, τίποτα σοφό δε θα γεννήσει ο νους σου (απόσπ. 203 Κ.-Α.), και στους «Ιππείς» του Αριστοφάνη, όταν ο ένας δούλος απορεί πώς μπορεί ένας μεθυσμένος να κατεβάσει ιδέες, ο άλλος δούλος τού απαντά:
Τι λες βρε νεροκάνατο, σαλιάρη!
Τολμάς να βρίζεις το κρασί, πως τάχα
δε βρίσκει ιδέες; (…) Τρέξε φέρε
κρασάκι, ένα κανάτι, να ποτίσω
το νου μου και να βρω καμιά ξυπνάδα.
(στ. 85 96, μετάφρ. Θρ. Σταύρου)
Γενικότερα, το κρασί δημιουργεί κέφι, κάνει όποιον το πιει να ξεχνά τα βάσανα - πίνε, πιν' επί συμφοραίς συμβούλευε ο Σιμωνίδης (απόσπ. 512 P.) - να νιώθει ευχάριστα και να βλέπει τη ζωή με άλλα μάτια. Όμορφα την περιγράφει αυτήν την τεχνητή υπέρμετρη ευφορία ο Βακχυλίδης σ' ένα παροίνιο τραγούδι, που έστειλε δώρο στον βασιλιά Αλέξανδρο τον πρώτο, της Μακεδονίας, όταν λέει πως το δώρο του Διονύσου...
...στέλνει ψηλά, πολύ ψηλά τις σκέψεις των
ανθρώπων:
θαρρείς και πόλεις κούρσεψες, γκρεμίζοντας τα
τείχη,
θαρρείς πως είσαι βασιλιάς της γης, της
οικουμένης!
Στραποβολά το σπίτι σου, χρυσό και φιλντισένιο
στη φεξερή τη θάλασσα καράβια φορτωμένα
καρπούς από την Αίγυπτο, πλούτος μεγάλο φέρνουν!
Τέτοια κλωθογυρίζει ο νους του ανθρώπου, όταν
πίνει,
του Αμύντα γιε…
(απόσπ. 16 J.)
Ανάλογα με την περίπτωση, τα καλά και τα κακά του κρασιού ισοζυγιάζουν στις λογοτεχνικές περιγραφές, όπου όμως όλοι, ποιητές και πεζογράφοι, συμφωνούν ότι και για τις όποιες δυσάρεστες παρενέργειες φταίχτης δεν είναι το κρασί, αλλά η ανοησία και η ύβρις όσων παραπίνουν. Εύστοχα και χαριτωμένα ο Εύβουλος, κωμωδιογράφος του 4ου π.Χ. αιώνα, παρουσιάζει τον ίδιο τον θεό του κρασιού, τον Διόνυσο, να λέει (απόσπ. 93 Κ.-Α.):
Τρία κροντήρια στους καλόγνωμους κερνώ, μοναχά
τρία:
ένα κροντήρι της υγειάς, αυτό που πρωτοπίνουν,
ένα κροντήρι του έρωτα το τρίτο για τον ύπνο,
που οι μυαλωμένοι σαν το πιουν τραβούν κατά το
σπίτι.
Δικό μου πια το τέταρτο δεν είναι, αλλά της Ύβρης·
το πέμπτο φέρνει σαματά, το έκτο γλεντοκόπι·
μπουνιές φέρνει το έβδομο, και τ' όγδοο τον
κλητήρα!…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου